Υπερδιπλάσια η φορολογία για τις ΑΕΕΑΠ
Νέο φορολογικό «χτύπημα» για τον κλάδο των εταιρειών επένδυσης σε ακίνητη περιουσία (ΑΕΕΑΠ) έκρυβαν οι τροπολογίες που κατέθεσε στη Βουλή η κυβέρνηση αργά το βράδυ της Τετάρτης. Συγκεκριμένα, αυξήθηκε εκ νέου ο συντελεστής του συμπληρωματικού φόρου ΕΝΦΙΑ που καταβάλλουν οι ΑΕΕΑΠ για τα ακίνητα που εκμεταλλεύονται (εξαιρούνται, δηλαδή, τα ιδιοχρησιμοποιούμενα) και ανέρχεται πλέον σε 5,5 τοις χιλίοις, από 3,5 τοις χιλίοις που είχε οριστεί με βάση το φορολογικό πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκε τις προηγούμενες ημέρες και έναντι συντελεστή 2,5 τοις χιλίοις που ήταν πριν από τα νέα μέτρα. Εν ολίγοις, ο συντελεστής του συμπληρωματικού φόρου υπερδιπλασιάστηκε για τις ΑΕΕΑΠ «για λόγους ισότιμης αντιμετώπισης των εταιρειών», όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του υπουργείου Οικονομικών.
Είχε προηγηθεί ο επταπλασιασμός του συντελεστή φορολόγησης του συνόλου του ενεργητικού των ΑΕΕΑΠ, δηλαδή τόσο των ακινήτων τους όσο και των καταθέσεών τους. Ο σχετικός συντελεστής διαμορφώνεται πλέον σε 0,75% ετησίως έναντι 0,105% που ήταν πριν από τα νέα μέτρα. Οπως τονίζουν φορείς του κλάδου, αυτό που δεν φαίνεται να έχει αντιληφθεί το οικονομικό επιτελείο είναι ότι οι αυξήσεις στη φορολόγηση των ΑΕΕΑΠ, και μάλιστα χωρίς πρότερη διαβούλευση, επί της ουσίας καταργούν τον ίδιο τον λόγο ύπαρξης του θεσμού. Σε όλο τον κόσμο, τα επενδυτικά αυτά «οχήματα» έχουν συσταθεί ώστε να προσφέρουν ακόμα και σε μικροεπενδυτές τη δυνατότητα απόκτησης μεριδίων (μέσω της αγοράς μετοχών) σε σημαντικά ακίνητα εισοδήματα. Για τον λόγο αυτόν είναι υποχρεωτικά εισηγμένες στο Χρηματιστήριο και είναι επίσης υποχρεωμένες να μοιράζουν το μεγαλύτερο ποσοστό των ετήσιων κερδών τους στους μετόχους τους με τη μορφή μερισμάτων. Σε αντάλλαγμα, οι ΑΕΕΑΠ απολαμβάνουν διάφορες φοροαπαλλαγές (π.χ. δεν φορολογείται η υπεραξία από την πώληση ακινήτων) και άλλα σχετικά οικονομικά κίνητρα που ποικίλλουν από χώρα σε χώρα.
Μέχρι σήμερα αυτό συνέβαινε και στην Ελλάδα και μάλιστα με σημαντική επιτυχία, ιδίως μετά τη διεύρυνση του σκοπού των ΑΕΕΑΠ, που τους είχε επιτρέψει την πραγματοποίηση επενδύσεων και σε άλλες κατηγορίες ακινήτων, όπως οι κατοικίες, τα ξενοδοχεία και τα οικόπεδα, αλλά και τη συμμετοχή σε διαγωνισμούς του Δημοσίου. Ωστόσο, από την έναρξη της κρίσης και μετά, οι εταιρείες του κλάδου στην Ελλάδα έχουν επιβαρυνθεί κατ’ αρχάς με τον ΕΝΦΙΑ στις διάφορες μορφές του, αλλά και πλέον με επτά φορές υψηλότερο φόρο ενεργητικού.
Μετά και την επικείμενη νέα αύξηση του συμπληρωματικού φόρου ΕΝΦΙΑ, είναι πιθανό να δρομολογηθούν δυσάρεστες για τον κλάδο εξελίξεις, καθώς επικρατεί έντονος αναβρασμός στις διοικήσεις των ΑΕΕΑΠ και κυρίως στους ξένους επενδυτικούς ομίλους, που έχουν χρηματοδοτήσει τις επενδύσεις ύψους άνω του 1 δισ. ευρώ, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στην ελληνική αγορά ακινήτων τα τελευταία χρόνια της οικονομικής κρίσης, χρηματοδοτώντας τόσο το ίδιο το Δημόσιο (καθώς αποκτήθηκαν και δημόσια ακίνητα) όσο και τις τράπεζες (από τις οποίες αποκτήθηκαν οι ΑΕΕΑΠ). Υπενθυμίζεται ότι η μεν Grivalia Properties (πρώην Eurobank Properties) ελέγχεται πλέον σε ποσοστό άνω του 40% από τον καναδικό επενδυτικό όμιλο της Fairfax, ενώ η Εθνική Πανγαία ΑΕΕΑΠ πωλήθηκε κατά πλειοψηφικό ποσοστό άνω του 67% από τον όμιλο της Εθνικής Τράπεζας στον όμιλο της Invel. Οπως τόνιζαν χαρακτηριστικά ακόμα και πριν από τη νέα αύξηση στελέχη του κλάδου, είναι πολύ πιθανές είτε η πλήρης διακοπή των επενδύσεων στην Ελλάδα είτε η πραγματοποίησή τους μέσω εξωχώριων «οχημάτων», π.χ. Λουξεμβούργου, δηλαδή χωρίς να πληρώνεται καθόλου φόρος στην Ελλάδα, καταργώντας ουσιαστικά τον θεσμό των ΑΕΕΑΠ.
Πηγή: www.kathimerini.gr