Ο λογιστής – φοροτεχνικός….ο σύμβουλος και η θεωρία του «ενδιάμεσου»…! Επισημάνσεις

/
Ημερομηνία01 Ιούν 2020
/


Κωστής Ν. Ντρούκας, MSc

Οικονομολόγος – Σύμβουλος Επιχειρήσεων
Επιστημονικός Συνεργάτης Taxheaven
www.knnconsulting.com | www.transferpricing.gr

Σε συνέχεια προγενέστερου άρθρου για τον επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό, μία πολύ σημαντική οδηγία, η 2018/822 (25.05.2018) αναμένεται να ταράξει τα νερά με μία πρόσθετη υποχρέωση γνωστοποίησης (δηλωτική υποχρέωση) για τους «ενδιάμεσους?» λογιστές-φοροτεχνικούς ή/και, συμβούλους και όχι μόνο. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, γιατί μάλλον θα είναι πολυπλοκότερο από ότι δείχνει.

Λίγο πολύ, όλοι γνωρίζουμε τη «βασική» κοινοτική οδηγία 2011/16/ΕΕ (15.02.2011), η οποία ορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες, βάσει των οποίων τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους με στόχο την ανταλλαγή πληροφοριών, που έχουν σημασία για τη διοίκηση και την επιβολή της εγχώριας νομοθεσίας των κρατών μελών, όσον αφορά στη φορολογία.

Η οδηγία 2011/16/ΕΕ έχει τροποποιηθεί αρκετές φορές, τα τελευταία χρόνια, προκειμένου να συμπεριλάβει νέες πρωτοβουλίες στον τομέα της φορολογικής διαφάνειας στο επίπεδο της Ένωσης. Οι σημαντικότερες εκ των τροποποιήσεων αναφέρονται στις κάτωθι επιμέρους οδηγίες:

• Οδηγία: 2014/107 – Θέσπιση ενός κοινού προτύπου αναφοράς πληροφοριών που προβλέπει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών, τους οποίους κατέχουν πρόσωπα με φορολογική κατοικία στην αλλοδαπή και θεσπίζει πλαίσιο για την εν λόγω ανταλλαγή σε παγκόσμιο επίπεδο.

• Οδηγία: 2015/2376 η οποία προβλέπει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών για τις εκ των προτέρων διασυνοριακές φορολογικές αποφάσεις,

• Οδηγία: 2016/881 η οποία προβλέπει την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών για τις Εκθέσεις ανά Χώρα Ομίλων ΠΕ (CbCR) μεταξύ των φορολογικών αρχών.

• Οδηγία: 2016/2258 η οποία επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να παρέχουν στις φορολογικές αρχές πρόσβαση στις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που εφαρμόζουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849.

Παρόλο λοιπόν που η οδηγία 2011/16/ΕΕ έχει επανειλημμένως τροποποιηθεί, η ανάγκη περαιτέρω περιορισμού φαινομένων επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, οδήγησε στην έκδοση και δημοσίευση της οδηγίας 2018/822. Η εν λόγω οδηγία, δεδομένου ότι οι περισσότερες ρυθμίσεις δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού αφορούν περισσότερες από μία δικαιοδοσίες, αποδέχεται ότι η γνωστοποίηση πληροφοριών για τις εν λόγω ρυθμίσεις θα έχει ενδεχομένως πρόσθετα θετικά αποτελέσματα, όταν οι πληροφορίες ανταλλάσσονται και μεταξύ των κρατών μελών. Συγκεκριμένα, η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, μεταξύ των φορολογικών αρχών, είναι ζωτικής σημασίας προκειμένου οι τελευταίες να έχουν στη διάθεσή τους τις πληροφορίες που τους χρειάζονται, για να λαμβάνουν μέτρα όταν εντοπίζουν επιθετικές φορολογικές πρακτικές. Και μάλιστα, αναγνωρίζεται επίσης ότι, η γνωστοποίηση διασυνοριακών ρυθμίσεων δυνητικά επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού είναι περισσότερο πιθανό να επιτύχει το επιδιωκόμενο αποτρεπτικό αποτέλεσμα, όταν οι σχετικές πληροφορίες φτάνουν στις φορολογικές αρχές σε αρχικό στάδιο, δηλαδή πριν από την εφαρμογή των ανωτέρω ρυθμίσεων στην πράξη.

Ποιους αφορά κυρίως όμως, στην πράξη, αυτή η νέα διαδικασία γνωστοποίησης διασυνοριακής ρύθμισης; Η απάντηση είναι: τους ενδιάμεσους…. Ναι, αλλά ποιοι είναι οι ενδιάμεσοι; Και επιπλέον, τι είναι η διασυνοριακή ρύθμιση;

Αρχικά, σχετικά με το τι είναι ενδιάμεσος,
σύμφωνα με την οδηγία (2018/822), ενδιάμεσος, είναι κάθε πρόσωπο που καταρτίζει, διαθέτει στην αγορά, οργανώνει ή διαχειρίζεται την εφαρμογή μιας δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης. Ως ενδιάμεσος νοείται επίσης κάθε πρόσωπο το οποίο, λαμβανομένων υπόψη όλων των σχετικών γεγονότων και περιστάσεων και βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών και της συναφούς εμπειρογνωσίας και αντίληψης που απαιτούνται για την παροχή τέτοιων υπηρεσιών, γνωρίζει ή μπορεί ευλόγως να υποτεθεί ότι γνωρίζει ότι έχει αναλάβει να παρέχει, απευθείας ή μέσω άλλων προσώπων, βοήθεια, συνδρομή ή συμβουλές σχετικά με την κατάρτιση, τη διάθεση στην αγορά, την οργάνωση ή τη διαχείριση της εφαρμογής μιας δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης.

Οποιοδήποτε πρόσωπο έχει δικαίωμα να παράσχει αποδείξεις περί του ότι το προαναφερόμενο πρόσωπο δεν γνώριζε και δεν θα ήταν εύλογο να υποτεθεί ότι γνώριζε ότι το εν λόγω πρόσωπο συμμετείχε σε δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση. Για τον σκοπό αυτόν, ένα πρόσωπο δύναται να παραπέμψει σε κάθε σχετικό γεγονός και περίσταση, καθώς και στις διαθέσιμες πληροφορίες και τη συναφή εμπειρογνωσία και αντίληψη του προσώπου.

Στην ουσία, για να εμπίπτει στην κατηγορία του ενδιαμέσου, ένα πρόσωπο πρέπει να πληροί επιπροσθέτως τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) να έχει τη φορολογική του κατοικία σε κράτος μέλος
β) να διαθέτει μόνιμη εγκατάσταση σε κράτος μέλος μέσω της οποίας να παρέχονται οι υπηρεσίες που άπτονται της ρύθμισης
γ) να έχει συσταθεί σε κράτος μέλος ή να διέπεται από τους νόμους κράτους μέλους
δ) να έχει εγγραφεί σε επαγγελματική ένωση που σχετίζεται με την παροχή νομικών, φορολογικών ή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε ένα κράτος μέλος.

Κατά δεύτερον, σχετικά με το τι είναι διασυνοριακή ρύθμιση,
σύμφωνα και πάλι με την προαναφερόμενη οδηγία, διασυνοριακή ρύθμιση είναι η ρύθμιση είτε μεταξύ τουλάχιστον δύο κρατών μελών είτε μεταξύ ενός κράτους μέλους και μιας τρίτης χώρας, η οποία πληροί τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) δεν έχουν οι συμμετέχοντες στη ρύθμιση τη φορολογική κατοικία τους στην ίδια δικαιοδοσία
β) ένας ή περισσότεροι από τους συμμετέχοντες στη ρύθμιση έχουν τη φορολογική κατοικία τους ταυτόχρονα σε περισσότερες από μία δικαιοδοσίες
γ) ένας ή περισσότεροι από τους συμμετέχοντες στη ρύθμιση ασκούν δραστηριότητα σε άλλη δικαιοδοσία μέσω μόνιμης εγκατάστασης ευρισκόμενης σε εκείνη τη δικαιοδοσία και η ρύθμιση αποτελεί μέρος ή το σύνολο της δραστηριότητας της εν λόγω μόνιμης εγκατάστασης
δ) ένας ή περισσότεροι από τους συμμετέχοντες στη ρύθμιση ασκούν δραστηριότητα σε άλλη δικαιοδοσία χωρίς να διαθέτουν φορολογική κατοικία ή μόνιμη εγκατάσταση στην εν λόγω δικαιοδοσία
ε) η σχετική ρύθμιση έχει πιθανό αντίκτυπο στην αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών ή στον προσδιορισμό του πραγματικού ιδιοκτήτη.

Πότε μία διασυνοριακή ρύθμιση αποκτά την ιδιότητα της «δηλωτέας”;

Όταν μία διασυνοριακή ρύθμιση διαθέτει ένα χαρακτηριστικό ή γνώρισμα (Διακριτικό ή Hallmark) το οποίο συνιστά ένδειξη δυνητικού κινδύνου φοροαποφυγής, τότε ορίζεται ως δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση!

Όσον αφορά στα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά (διακριτικά), που καθορίζουν μία δηλωτέα διασυνοριακή ρύθμιση αναφέρονται (Παράρτημα IV της οδηγίας) συνοπτικά τα εξής ανά κατηγορία:

Μέρος I: Δοκιμή του κυρίου οφέλους

Η ανωτέρω δοκιμή πληρούται εάν μπορεί να αποδειχθεί ότι το κύριο όφελος ή ένα από τα κύρια οφέλη που μπορεί κάποιος να αναμένει ευλόγως από μια ρύθμιση, λαμβανομένων υπόψη όλων των σχετικών γεγονότων και περιστάσεων, συνίσταται στην απόκτηση φορολογικού πλεονεκτήματος.

Μέρος II: Κατηγορίες διακριτικών

Α. Γενικά διακριτικά που συνδέονται με τη δοκιμή του κυρίου οφέλους


1. Ρύθμιση όταν ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος ή ένας συμμετέχων στη ρύθμιση αναλαμβάνει την υποχρέωση να συμμορφώνεται με προϋπόθεση εμπιστευτικότητας που μπορεί να απαιτεί από αυτόν να μην αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίον η ρύθμιση θα μπορούσε να εξασφαλίσει φορολογικό πλεονέκτημα έναντι άλλων ενδιαμέσων ή των φορολογικών αρχών.

2. Ρύθμιση όταν ο ενδιάμεσος δικαιούται να λάβει αμοιβή (ή τόκο, αντιπαροχή για χρηματοδοτικές δαπάνες και άλλες επιβαρύνσεις) για τη ρύθμιση και η εν λόγω αμοιβή καθορίζεται σε σχέση με:
α) το ποσό του φορολογικού πλεονεκτήματος που προκύπτει από τη ρύθμιση· ή
β) το αν πράγματι προκύπτει φορολογικό πλεονέκτημα από τη ρύθμιση. Αυτό περιλαμβάνει την υποχρέωση του ενδιαμέσου για μερική ή πλήρη επιστροφή της αμοιβής εφόσον το επιδιωκόμενο φορολογικό πλεονέκτημα που προκύπτει από τη ρύθμιση δεν επιτεύχθηκε εν μέρει ή πλήρως.

3. Ρύθμιση που περιέχει ουσιαστικά τυποποιημένη τεκμηρίωση και/ή δομή και είναι διαθέσιμη σε περισσότερους από έναν ενδιαφερόμενους φορολογούμενους χωρίς να χρειάζεται να εξειδικεύεται ουσιωδώς προκειμένου να εφαρμοστεί.

Β. Ειδικά διακριτικά που συνδέονται με τη δοκιμή του κυρίου οφέλους

1. Ρύθμιση με την οποία ένας συμμετέχων στη ρύθμιση προβαίνει τεχνητά σε ενέργειες οι οποίες συνίστανται στην απόκτηση ζημιογόνου εταιρείας, την παύση της κύριας δραστηριότητας της εταιρείας και τη χρησιμοποίηση των ζημιών της για τη μείωση των φορολογικών του υποχρεώσεων, μεταξύ άλλων μέσω της μεταφοράς των εν λόγω ζημιών σε άλλη δικαιοδοσία ή με την επιτάχυνση της χρήσης των εν λόγω ζημιών.

2. Ρύθμιση που έχει ως αποτέλεσμα τη μετατροπή εισοδημάτων σε κεφάλαιο, δωρεές ή άλλες κατηγορίες εισοδημάτων τα οποία φορολογούνται σε χαμηλότερο επίπεδο ή απαλλάσσονται από τη φορολογία.

3. Ρύθμιση που περιλαμβάνει συναλλαγές κυκλικού χαρακτήρα που οδηγούν στις κυκλικές διαδρομές κεφαλαίων, συγκεκριμένα μέσω της συμμετοχής παρεμβαλλόμενων οντοτήτων χωρίς άλλη πρωτογενή εμπορική λειτουργία ή συναλλαγές που αντισταθμίζουν ή ακυρώνουν η μία την άλλη ή που έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά.

Γ. Ειδικά διακριτικά που συνδέονται με διασυνοριακές συναλλαγές

1. Ρύθμιση η οποία περιλαμβάνει εκπεστέες διασυνοριακές πληρωμές που πραγματοποιούνται μεταξύ δύο ή περισσότερων συνδεδεμένων επιχειρήσεων εφόσον συντρέχει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) ο αποδέκτης δεν είναι κάτοικος για φορολογικούς σκοπούς σε οιαδήποτε φορολογική δικαιοδοσία

β) μολονότι ο αποδέκτης είναι κάτοικος για φορολογικούς σκοπούς σε μια δικαιοδοσία, η δικαιοδοσία αυτή είτε:

i) δεν επιβάλλει φόρο εταιρειών ή επιβάλλει φόρο εταιρειών με μηδενικό ή σχεδόν μηδενικό συντελεστή· ή

ii) περιλαμβάνεται σε κατάλογο με δικαιοδοσίες τρίτων χωρών που έχουν αξιολογηθεί από τα κράτη μέλη συλλογικά ή στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ ως μη συνεργάσιμες· 5.6.2018 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 139/11

γ) η καταβολή τυγχάνει πλήρους απαλλαγής από τη φορολογία στην περιοχή δικαιοδοσίας όπου ο αποδέκτης είναι κάτοικος για φορολογικούς σκοπούς·

δ) η καταβολή υπάγεται σε προτιμησιακό φορολογικό καθεστώς στην περιοχή δικαιοδοσίας όπου ο αποδέκτης είναι κάτοικος για φορολογικούς σκοπούς·

2. Μειώσεις για την ίδια απόσβεση περιουσιακού στοιχείου ζητούνται σε περισσότερες της μίας δικαιοδοσίες.

3. Απαλλαγή από τη διπλή φορολόγηση για το ίδιο στοιχείο εισοδήματος ή κεφαλαίου ζητείται σε περισσότερες της μίας δικαιοδοσίες.

4. Υφίσταται ρύθμιση που περιλαμβάνει μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων και όταν υπάρχει ουσιαστική διαφορά στο ποσό που θεωρείται πληρωτέο σε αντάλλαγμα για τα περιουσιακά στοιχεία σε αυτές τις δικαιοδοσίες.

Δ. Ειδικά διακριτικά σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών και τους πραγματικούς δικαιούχους

1. Ρύθμιση που μπορεί να έχει ως συνέπεια να υπονομεύσει την υποχρέωση αναφοράς δυνάμει των νόμων για την εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης ή ισοδύναμων συμφωνιών σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών με τρίτες χώρες, ή που εκμεταλλεύεται την απουσία τέτοιας νομοθεσίας ή συμφωνιών. Οι ρυθμίσεις αυτές περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:

α) τη χρήση λογαριασμού, προϊόντος ή επένδυσης που δεν είναι, ή παρουσιάζεται ότι δεν είναι, χρηματοοικονομικός λογαριασμός, αλλά διαθέτει χαρακτηριστικά που είναι ουσιαστικά παρόμοια με τα χαρακτηριστικά χρηματοοικονομικού λογαριασμού

β) τη μεταφορά χρηματοοικονομικών λογαριασμών ή περιουσιακών στοιχείων σε δικαιοδοσίες που δεν δεσμεύονται από την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών με το κράτος της κατοικίας του ενδιαφερομένου φορολογουμένου, ή τη χρήση τέτοιων δικαιοδοσιών·

γ) την εκ νέου ταξινόμηση εισοδημάτων και κεφαλαίου σε προϊόντα ή πληρωμές που δεν υπόκεινται στην αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών

δ) τη μεταβίβαση ή τη μετατροπή χρηματοπιστωτικού ιδρύματος ή χρηματοοικονομικού λογαριασμού ή των περιουσιακών στοιχείων τους σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοοικονομικό λογαριασμό ή περιουσιακά στοιχεία που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση αναφοράς δυνάμει της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών·

ε) τη χρήση νομικών οντοτήτων, μορφωμάτων ή δομών που εξαλείφουν ή επιδιώκουν να εξαλείψουν την υποχρέωση αναφοράς ενός ή περισσοτέρων Δικαιούχων Λογαριασμού ή Ελεγχόντων Προσώπων δυνάμει της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών

στ) ρυθμίσεις που υπονομεύουν ή εκμεταλλεύονται τις αδυναμίες στις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας που χρησιμοποιούν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις τους αναφοράς πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης δικαιοδοσιών με ανεπαρκή ή αδύναμα καθεστώτα επιβολής της νομοθεσίας περί νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή με μη αυστηρές απαιτήσεις διαφάνειας για τα νομικά πρόσωπα ή τα νομικά μορφώματα.

2. Ρύθμιση που περιλαμβάνει μη διαφανή αλυσίδα νόμιμης ή πραγματικής κυριότητας με χρήση προσώπων, νομικών μορφωμάτων ή δομών:

α) που δεν ασκούν ουσιαστική οικονομική δραστηριότητα υποστηριζόμενη από επαρκές προσωπικό, εξοπλισμό, περιουσιακά στοιχεία και χώρους και

β) που έχουν συσταθεί, βρίσκονται υπό διαχείριση, έχουν κατοικία, ελέγχονται ή είναι εγκατεστημένα σε δικαιοδοσία άλλη εκτός της δικαιοδοσίας της κατοικίας ενός ή περισσοτέρων από τους πραγματικούς δικαιούχους των περιουσιακών στοιχείων που διατηρούν αυτά τα πρόσωπα, νομικά μορφώματα ή δομές και

γ) όταν οι πραγματικοί δικαιούχοι τέτοιων προσώπων, νομικών μορφωμάτων ή δομών, όπως ορίζονται στην οδηγία 2015/849 έχουν καταστεί μη αναγνωρίσιμοι.

Ε. Ειδικά διακριτικά σχετικά με την ενδοομιλική τιμολόγηση

1. Ρύθμιση που περιλαμβάνει τη χρήση μονομερών κανόνων “ασφαλούς λιμένα”.

2. Ρύθμιση που περιλαμβάνει τη μεταβίβαση άυλων περιουσιακών στοιχείων δυσχερούς αποτίμησης Ο όρος άυλα περιουσιακά στοιχεία δυσχερούς αποτίμησης καλύπτει άυλα περιουσιακά στοιχεία ή δικαιώματα επί αυτών για τα οποία, κατά τη μεταβίβασή τους μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων:

α) δεν υπάρχουν αξιόπιστα συγκρίσιμα στοιχεία και L 139/12 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 5.6.2018

β) κατά την πραγματοποίηση της συναλλαγής, οι προβλέψεις για τις μελλοντικές ταμειακές ροές ή τα έσοδα που αναμένεται να αντληθούν από το μεταβιβαζόμενο άυλο στοιχείο, ή οι παραδοχές που υιοθετήθηκαν κατά την αποτίμηση του άυλου περιουσιακού στοιχείου είναι εξαιρετικά αβέβαιες, γεγονός που καθιστά δύσκολο να προβλεφθεί το επίπεδο τελικής επιτυχίας του άυλου στοιχείου κατά τη στιγμή της μεταβίβασης.

3. Ρύθμιση που περιλαμβάνει ενδοομιλική διασυνοριακή μεταβίβαση λειτουργιών και/ή κινδύνων και/ή περιουσιακών στοιχείων, εφόσον τα προβλεπόμενα ετήσια κέρδη προ τόκων και φόρων (EBIT) του μεταβιβάζοντος ή των μεταβιβαζόντων κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου μετά τη μεταβίβαση, είναι κατώτερα του 50 % των προβλεπόμενων ετήσιων κερδών προ τόκων και φόρων του εν λόγω μεταβιβάζοντος ή των μεταβιβαζόντων αν δεν είχε πραγματοποιηθεί η μεταβίβαση

Συμπέρασμα:

Καταρχάς, όλα τα παραπάνω αναμένεται να ενσωματωθούν στην ελληνική νομοθεσία, ούτως ώστε να ρυθμιστούν περαιτέρω λεπτομέρειες εφαρμογής, πρόστιμα ή/και κυρώσεις μη συμμόρφωσης κ.τ.λ.

Το σημαντικό είναι ότι έχει θεσμοθετηθεί ένα ισχυρότατο θεσμικό πλαίσιο για την εξάλειψη του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, που οδηγεί νομοτελειακά σε φοροαποφυγή. Και το σημαντικότερο, ότι όλοι οι “ενδιάμεσοι” μιας τεχνητής «διαδρομής» πλέον αποτελούν εργαλείο για την επίλυση του προβλήματος.

Η εν λόγω οδηγία γενικά καλύπτει όλους τους φόρους, εκτός από το φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), τα τελωνειακά τέλη, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης που καλύπτονται από άλλη ενωσιακή νομοθεσία και τις υποχρεωτικές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης.

Σε πρώτο επίπεδο, απόρροια της εν λόγω οδηγίας είναι μια νέα δηλωτική υποχρέωση για τους «ενδιάμεσους» σε μια συναλλαγή. Σε δεύτερο επίπεδο όμως, όταν δεν υπάρχει ενδιάμεσος (ή είναι εκτός ΕΕ κ.λ.π.) η υποχρέωση βαρύνει απευθείας τον ενδιαφερόμενο φορολογούμενο.

Υποτίθεται ότι η εν λόγω οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (05.06.2018), ήτοι 25.06.2018. Και σύμφωνα με το άρθρο 2 της οδηγίας, τα κράτη μέλη, εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιουλίου 2020. Θα έχει επίσης αναδρομική ισχύ, και το πρώτο στάδιο θα περιλαμβάνει την υποβολή πληροφοριών για το χρονικό διάστημα από 25.06.2018 έως και την ημερομηνία εφαρμογής της (αρχική ημερομηνία υποβολής, 31.08.2020, σύμφωνα με την οδηγία!).

Εν κατακλείδι, σχετικά με όλα τα παραπάνω…..προσοχή στις, χωρίς εμπορική ουσία, συναλλαγές….και ακόμα πιο πολύ, προσοχή στις….συμβουλές!
Πηγή: www.taxheaven.gr

Αφήστε μια απάντηση